εγκρισις

εγκρισις
    ἔγκρισις
    ἔγ-κρῐσις
    -εως ἥ отборочное испытание
    

(τῶν ἀθλητῶν Luc.)


Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Смотреть что такое "εγκρισις" в других словарях:

  • ἔγκρισις — approval fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐγκρίσει — ἔγκρισις approval fem nom/voc/acc dual (attic epic) ἐγκρίσεϊ , ἔγκρισις approval fem dat sg (epic) ἔγκρισις approval fem dat sg (attic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐγκρίσεις — ἔγκρισις approval fem nom/voc pl (attic epic) ἔγκρισις approval fem nom/acc pl (attic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἔγκρισιν — ἔγκρισις approval fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • έγκριση — (Νομ.). Η απαιτούμενη –σε ορισμένες περιπτώσεις– συγκατάθεση ενός προσώπου μετά την επιχείρηση μιας δικαιοπραξίας, προκειμένου να εξασφαλιστεί το κύρος της και μάλιστα αναδρομικά. Έτσι, η εκ των υστέρων έ. των πράξεων ενός δικηγόρου που ενήργησε… …   Dictionary of Greek

  • ἐγκρίσεως — ἐγκρίσεω̆ς , ἔγκρισις approval fem gen sg (attic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»